δράκος

δράκος
Μυθολογικό τέρας, η μορφή του οποίου –προερχόμενη συνήθως από τα ερπετά– διαφέρει ως προς τα χαρακτηριστικά (φλογοβόλο στόμα με πολλές γλώσσες, κεφάλι λιονταριού, σκύλου ή γάτου, φτερά νυχτερίδας κλπ.), ανάλογα με τη μυθολογία και την τοπική λαϊκή παράδοση. Έτσι, για παράδειγμα, στη Βαβυλωνία φαντάζονταν τον δ. Τιαμάτ με τέσσερα πόδια, φτερά και λεπιδωτό σώμα. Στην Αίγυπτο και στην αρχαία Ελλάδα, όπως περιγράφεται και από τον Όμηρο, ήταν ένα τερατώδες ερπετό. Στη Βίβλο o δ. ονομάζεται Λεβιάθαν και Βασιλίσκος, στην Αποκάλυψη ταυτίζεται με τον Σατανά και για τον Δάντη είναι «ο κέρβερος, το μεγάλο σκουλήκι». Σύμβολο βίας στην αρχαιότητα, ο δ. έγινε προσωποποίηση της αμαρτίας κατά τον Μεσαίωνα και γι’ αυτό είναι συχνό θέμα στις αγιογραφίες οι άγιοι που μάχονται και νικούν δ. Πολλά λαϊκά παραμύθια αφηγούνται την ήττα του δ. –η μορφή του ταυτίζεται μερικές φορές με τον Άδη– ο οποίος ζητά ως θύμα ένα ανίσχυρο παιδί, που απελευθερώνεται τελικά με την παρέμβαση του ηρωικού πολεμιστή. Ο δ. χρησιμοποιήθηκε συχνά ως διακοσμητικό, εικονογραφικό στοιχείο, ως πολεμικό έμβλημα και ως σύμβολο οικόσημων. Αντίθετα από τις άλλες χώρες, στην Κίνα και στην Ιαπωνία o δ. θεωρείται ευεργετική μορφή. Στην ιαπωνική μυθολογία έχει την ιδιότητα να αλλάζει μορφή, να γίνεται ακόμα και αόρατος. Επειδή στην κινεζική και στην ιαπωνική μυθολογία οι δ. θεωρούνται δυνάμεις του αέρα, παριστάνονται πάντα με φτερά. Στην Κίνα και στην Ιαπωνία o δράκος θεωρείται ευεργετική μορφή (Ιερό των Λάμα, Πεκίνο). Διακοσμητικό βιετναμέζικο γλυπτό, που απεικονίζει έναν δράκο.
* * *
(I)
ο
βλ. δράκοντας.
————————
(II)
δράκος (-ους), το (Α)
1. μάτι, βλέμμα
2. δράγμα.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Look at other dictionaries:

  • δράκος — eye neut nom/voc/acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • δράκος — ο ο δράκοντας …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • δρακός — δράξ handful fem gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • δράκος της Αυστραλίας — Γένος σαύρας της Αυστραλίας, του είδους chlamydosaurus kingi, της οικογένειας των αγαμιδών, της υπόταξης των σαυρομόρφων, της τάξης των λεπιδωτών ερπετών. Είναι ζώο με μέτριο μέγεθος (μήκος έως 90 εκ.), που τρέφεται κυρίως με έντομα, αβγά πουλιών …   Dictionary of Greek

  • δράκος του Κόμοντο — Γένος σαύρας, η μεγαλύτερη που υπάρχει στη Γη και ανήκει στο είδος varanus comodoensis, της οικογένειας των βαρανίδων, της υπόταξης των σαυρομόρφων, της τάξης των λεπιδωτών ερπετών. Ζει στο νησί Κόμοντο που βρίσκεται Β της Αυστραλίας. Πρόκειται… …   Dictionary of Greek

  • δρακέεσσι — δράκος eye neut dat pl (epic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Drakos-Selinitsa-System — Drakos Selenitsa System Eingang der Katafygi Höhle Lage: Mani (Peloponnes), Griechenland Höhe …   Deutsch Wikipedia

  • δράκοντας — Βλ. λ. Δράκων. * * * και δράκων και δράκος, ο (θηλ. δράκαινα και δράκισσα και δρακόντισσα, η) (AM δράκων Μ και δράκος, θηλ. δράκαινα) Ι. δράκοντας και δράκων (AM δράκων) 1. τεράστιο μυθικό φτερωτό ερπετό 2. οποιασδήποτε μορφής υπερφυσικό τέρας 3 …   Dictionary of Greek

  • L'Ogre d'Athènes — Données clés Titre original Ο δράκος (O Drákos) Réalisation Níkos Koúndouros Scénario Iákovos Kambanéllis Sociétés de production …   Wikipédia en Français

  • Ελβετία — Επίσημη ονομασία: Ελβετική Συνομοσπονδία Έκταση: 41.285 τ. χλμ Πληθυσμός: 7.258.900 κάτ. (2001) Πρωτεύουσα: Βέρνη (122.500 κάτ. το 2001)Κράτος της κεντρικής Ευρώπης. Συνορεύει Δ με τη Γαλλία, Β με τη Γερμανία, Α με την Αυστρία και το Λιχτενστάιν… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”